ενεργειακα-κτιρια

Ενεργειακά Κτίρια και Εξοικονόμηση Ενέργειας

Η κλιματική αλλαγή άρχισε να απασχολεί την κοινή γνώμη όταν από διάφορους επιστήμονες διαπιστώθηκε πριν 30 χρόνια περίπου η τρύπα όζοντος στην Ανταρκτική λόγω των υψηλών εκπομπών πτητικών ουσιών όπως χλωροφθορανθράκων, συστατικά εντομοκτόνων και άλλων εκπομπών της χημικής βιομηχανίας. Έπειτα παρατηρήθηκε προοδευτική αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη με μείωση των παγετώνων της Αρκτικής λόγω της αύξησης των αερίων του θερμοκηπίου όπως το διοξείδιο του άνθρακα, προϊόν παραγόμενο από τις χιλιάδες ανθρώπινες δραστηριότητες πάνω στον πλανήτη.

Μία από αυτές είναι η παραγωγή διοξειδίου του άνθρακα από τον κτιριακό τομέα. Το πρόβλημα της κατανάλωσης ενέργειας για την εξυπηρέτηση κτιρίων παραμένει ένα πολυσύνθετο  τεχνικό και  οικονομικό πρόβλημα, τη διάσταση του οποίου συνειδητοποιούμε για πρώτη φορά στη δεκαετία του 1970 με τις δύο πετρελαϊκές κρίσεις. Όμως η μείωση του κόστους της ενέργειας κατά 30% σε πραγματικές τιμές στο διάστημα 91-99 μας έκανε να ξεχάσουμε όλες τις αρνητικές εμπειρίες που προηγήθηκαν. Συνέπεια τα τελευταία 8 χρόνια η αύξηση της κατανάλωσης ενέργειας  στα σπίτια και στους χώρους εργασίας να αγγίζει ρυθμούς του 4% ετησίως.

Η σπατάλη ενέργειας των ελληνικών κτιρίων έφθασε το 2005 στο 34%  της συνολικής ενέργειας και στο 65% της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας με αποτέλεσμα το ποσοστό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που αντιστοιχεί στα κτίρια να υπερβαίνει το 43% . Με στοιχεία της ΕΣΥΕ το 2006 το 71% των ελληνικών κτιρίων κατασκευάστηκαν πριν το 1980 , ημερομηνία έκδοσης του κανονισμού θερμομόνωσης και είναι θερμικά εντελώς απροστάτευτα. Ταυτόχρονα παρουσιάζουν χαμηλή ενεργειακή απόδοση καθώς στην πλειοψηφία τους διαθέτουν και παλαιές Η/Μ εγκαταστάσεις. Το 77% των ελληνικών κτιρίων αντιστοιχεί σε κτίρια κατοικιών και το 23% σε κτίρια του τριτογενή τομέα.

Τα κτίρια αποτελούν επενδύσεις μεγάλης εντάσεως κεφαλαίου με υψηλό αρχικό κόστος και με μεγάλη διάρκεια ζωής με συνέπεια δεσμευόμαστε να πληρώνουμε το αντίτιμο για κάθε παράλειψη, αμέλεια ή αστοχία του σχεδιασμού και της κατασκευής επί δεκαετίες ολόκληρες. Η συνεχής αύξηση που παρατηρείται στην κατανάλωση ενέργειας στα κτίρια είναι τόσο ποσοτική, καθώς καταναλώνουμε περισσότερη ενέργεια σε απόλυτο μέγεθος όσο και ποιοτική, επειδή χρησιμοποιούμε όλο και περισσότερο ηλεκτρισμό.

Ποια λοιπόν τα αίτια της ενεργειακής αστοχίας στα κτίρια ;

–      H ύπαρξη μεγάλου ποσοστού κτιρίων κατασκευής προ του 1980 τα οποία είναι εντελώς αμόνωτα με συνέπεια να απαιτούν μεγάλα ποσά ενέργειας για να εξασφαλίσουν τις με τα σημερινά δεδομένα αποδεκτές συνθήκες άνεσης το χειμώνα

–      Η κατά κανόνα μέτρια έως κακή κατάσταση των συστημάτων θέρμανσης που οδηγεί σε μειωμένους βαθμούς απόδοσης και επομένως αυξημένη κατανάλωση ενέργειας και περιβαλλοντική επιβάρυνση.

–      Η αλματώδη αύξηση τόσο σε αριθμό όσο και σε εγκατεστημένη ισχύ των συστημάτων και συσκευών που καταναλώνουν κυρίως ηλεκτρική ενέργεια μια ευγενή μορφή ενέργειας με μεγάλο κόστος παραγωγής.

–      Η ολοένα ισχυρότερη απαίτηση για βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας ιδίως σε ότι αφορά την θερμική άνεση το καλοκαίρι, που σε συνδυασμό με τη μείωση του κόστους των συσκευών οδήγησε στην εγκατάσταση πάνω από 1.000.000 κλιματιστικών μονάδων τα τελευταία 10 χρόνια.

Έτσι δημιουργήθηκε η ανάγκη κατασκευής του ενεργειακού κτιρίου δηλαδή κτιρίου χαμηλής ενεργειακής απόδοσης:

Ενεργειακό χαρακτηρίζουμε το κτίριο εκείνο που ο αρχιτεκτονικός του σχεδιασμός ακολουθεί την βιοκλιματική λογική καθώς επίσης έχουν χρησιμοποιηθεί τα κατάλληλα υλικά, σύγχρονης τεχνολογίας για την κατασκευή του, ώστε να πετυχαίνουμε την ελάχιστη ενεργειακή κατανάλωση για την κάλυψη των βασικών λειτουργικών αναγκών των χρηστών όπως για θέρμανση ψύξη, φωτισμός, ζεστό νερό χρήσης, ποιότητα εσωτερικού αέρα, υψηλή αισθητική εσωτερικών χώρων κτλ.

Στόχος

Α) μείωση δαπανών λειτουργίας του κτιρίου

Β) βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης, ψυχολογικής και αισθητικής άνεσης των εσωτερικών χώρων.

Οι κύριες επεμβάσεις σε ένα υφιστάμενο κτίριο, για να το καταστίσουμε ενεργειακό είναι συνήθως οι εξής :

–          Θερμική προστασία του κελύφους του κτιρίου

–          Αναβάθμιση συστημάτων θέρμανσης

–          Χρήση φθηνότερης ενέργειας, αέριο αντί πετρέλαιο, χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όπως βιομάζα, ηλιακή ενέργεια , χρήση γεωθερμίας κτλ. για την λειτουργία του.

Αναλυτικά οι επεμβάσεις :

–      Βιοκλιματικός είναι ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός ενός κτιρίου όπου η ογκοπλαστική του , η χωροθέτηση του στο έδαφος εγκλιματίζονται στο γύρω φυσικό περιβάλλον της περιοχής αποτελώντας μία ενιαία οντότητα. Το τρίπτυχο ΚΤΙΡΙΟ- ΑΝΘΡΩΠΟΣ-ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ αντιμετωπίζεται ως μία ενιαία οντότητα αλληλεξαρτώμενη με αμοιβαίες αλληλεπιδράσεις θέτοντας ως πρωταρχικό στόχο τη διασφάλιση συνθηκών βιολογικής άνεσης (θερμικής , οπτικής κτλ) για τον άνθρωπο.

Συνεπώς στο σχεδιασμό θεωρείται αναγκαία η αξιοποίηση των θετικών παραμέτρων του κλίματος όπως (1) διαθέσιμη ηλιακή ενέργεια για τη θέρμανση των χώρων (2) τους δροσερούς ανέμους για τη φυσική τους ψύξη (3) τη βλάστηση για τη σκίαση τους (4) το φυσικό φως για το φωτισμό τους κτλ.

–      Ολοκληρωμένο σύστημα μόνωσης όπου παρέχεται πλήρης προστασία του κτιρίου από τις καιρικές μεταβολές και θερμοκρασιακές διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια της ημέρας και των εποχών. Μπορούμε λοιπόν να ισχυριστούμε ότι η ενεργειακή αναβάθμιση του κελύφους των υφιστάμενων κτιρίων αποτελεί το ουσιαστικότερο βήμα στην προσπάθεια μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας στον κτιριακό τομέα όπου ισχύει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες όπου καταβάλλονται σημαντικές προσπάθειες βελτίωσης τους. Έχει αποδειχθεί από έρευνες στην Ελλάδα ότι η μέση ετήσια ανηγμένη κατανάλωση ενέργειας για θέρμανση κυμαίνεται από 130 έως 180 kwh/m2a ενώ θα ήταν από 80 έως 110 kwh/m2a αν τα ελληνικά κτίρια διέθεταν τη στοιχειώδη θερμομόνωση που προβλέπει ο σχετικός κανονισμός.

Αξίζει να επισημανθεί ότι αν εφαρμόζαμε σε ένα κτίριο όλες τις λύσεις που μας παρέχει η

σύγχρονη τεχνολογία η κατανάλωση δεν θα υπερέβαινε τις 50 kwh/m2a.

–      Χρήση μιας τουλάχιστον ανανεώσιμης πηγής ενέργειας όπου συμμετέχει στη θέρμανση και ψύξη.

Με τις άνω παρεμβάσεις πετυχαίνουμε εξοικονόμηση ενέργειας :

Έως 40% με χρήση ολοκληρωμένου συστήματος εξωτερικής θερμομόνωσης.

Έως 30% με τοποθέτηση θερμοστατικών βαλβίδων στα καλοριφέρ.

Έως 18 % για αντικατάσταση του παλαιού λέβητα.

Έως 7% για θερμομόνωση οροφής.

Έως 70 % για τοποθέτηση ηλιακού θερμοσίφωνα για παροχή ζεστού νερού χρήσης

Έως 10 % στις δαπάνες ψύξης από σκίαστρα για ηλιοπροσία στα νοτικά κυρίως ανοίγματα.

Θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι το συνολικό κόστος των άνω παρεμβάσεων σε ένα κτίριο για να θεωρείται ενεργειακό δεν ξεπερνά το 12-15 % του συνολικού κόστους της κατασκευής, σε σχέση με μια συμβατική , κόστος μικρό σχετικά με το επιτυγχανόμενο όφελος τόσο από πλευράς χρημάτων όσο και από πλευράς συνθηκών διαβίωσης.

Πρέπει να κατανοήσουμε ότι μέχρι σήμερα αναπτύξαμε πόλεις χωρίς πράσινο και ακάλυπτους χώρους, τόσο πυκνά  δομημένους ώστε αποδεδειγμένα πλέον να παρουσιάζονται σε αυτές πολύ υψηλότερες θερμοκρασίες απο ότι στις περιοχές γύρω από το κέντρο των πόλεων . Σχεδιάσαμε κτίρια που δεν είναι μονωμένα και δεν ηλιοπροστατεύονται- η κατάρα των γυάλινων κτιρίων και η πλήρης παράβλεψη κάθε κανόνα ενεργειακού σχεδιασμού. Έπειτα το γεμίζουμε με κλιματιστικά καλώντας τη ΔΕΗ να καλύψει τις υψηλές ανάγκες κατανάλωσης .

Πρέπει όλοι οι εμπλεκόμενοι στο χώρο των ακινήτων και ιδιαίτερα οι συνάδελφοι μηχανικοί να κάνουμε πλέον σαφές σε οποιαδήποτε θέλει να αναπτύξει ένα ακίνητο, είτε για επαγγελματική χρήση είτε για κατοικίες, να λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψιν τον παράγοντα, ενέργεια , το λειτουργικό κόστος (όχι να μιλάμε μόνο για κόστος απόκτησης), την ποιότητα του εσωτερικού αέρα σε ένα κτίριο, τόσο στη φάση της μελέτης του όσο και στη φάση της ανέγερσης με την επιλογή των κατάλληλων υλικών, καλύτερης ποιότητας και λιγότερο τοξικών για τον ανθρώπινο οργανισμό . Τα οφέλη θα είναι πολλαπλά τόσο για τον επενδυτή όσο και για τον μελλοντικό χρήστη τους.

Κοινοποίηση